Η ύφεση της κατάθλιψης από την πλευρά του ασθενούς

Ο κλινικός ιατρός μπορεί να αξιολογεί ότι ένας ασθενής βρίσκεται σε ύφεση- συμφωνεί όμως ο ίδιος ο ασθενής με αυτό; Πώς ορίζουν οι ασθενείς την καλή ανταπόκριση στη θεραπεία; Η απάντηση φαίνεται ότι περιλαμβάνει το να ζει ο ασθενής μια ζωή με νόημα, να επιτύχει να έχει  καλή λειτουργικότητα και - τουλάχιστον σε ένα βαθμό – να μπορεί να αισθανθεί  ευχαρίστηση. Η διαφορά μεταξύ των στόχων των ιατρών και των στόχων των ασθενών είναι σημαντική, δεδομένου ότι η διάσταση αυτή έχει επίδραση  στο θεραπευτικό αποτέλεσμα.

Η ποικιλομορφία στην κατάθλιψη ήταν το θέμα της ομιλίας του Koen Demyttenaere (Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Gasthuisberg, Leuven, Βέλγιο). Η ομιλία ξεκίνησε με τον εντυπωσιακό αριθμό διαφορετικών κλινικών εικόνων με τις οποίες το DSM-5 επιτρέπει στους ασθενείς με κατάθλιψη να διαφέρουν μεταξύ τους.

Δεδομένου ότι κάποιος μπορεί να θεωρηθεί ότι πάσχει από μείζονα καταθλιπτική διαταραχή (MΚΔ) με βάση την παρουσία πέντε από μια λίστα εννέα συμπτωμάτων, υπάρχουν δυνητικά 227 μοναδικά προφίλ ασθενών. Δύο ασθενείς, οι οποίοι διαγνώσθηκαν με κατάθλιψη, μπορούν - τουλάχιστον θεωρητικά - να έχουν μόνο ένα κοινό σύμπτωμα.

Δυο διαφορετικοί ασθενείς με διάγνωση κατάθλιψης είναι εφικτό να έχουν μόλις ένα κοινό σύμπτωμα.

Ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό των ασθενών που συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη STAR*D είναι ότι το 21% εμφάνιζε ανηδονία αλλά όχι καταθλιπτικό συναίσθημα -φαινόμενο το οποίο μερικές φορές περιγράφεται με τον παράδοξο όρο της «κατάθλιψης χωρίς κατάθλιψη».

Το παραπάνω οδήγησε τον καθηγητή Demyttenaere στο δεύτερο από τα θέματα που ήθελε να αναπτύξει, δηλαδή στο γεγονός ότι η απουσία θετικού συναισθήματος λίγο υπολογίζεται όταν κανείς αξιολογεί το αποτέλεσμα μιας θεραπείας. Μήπως οι ψυχίατροι ενδιαφέρονται πολύ λίγο για την ευχαρίστηση; ρώτησε.

Είναι η ανηδονία το πλέον ειδικό σύμπτωμα στην κατάθλιψη;

Ούτε η HAM-D ούτε και η MADRS, αξιολογούν το θετικό συναίσθημα, ενώ αξιολογούν ελάχιστα την ευχαρίστηση.

Για να καταπολεμήσει αυτή την αρνητική προκατάληψη, ο καθηγητής συστήνει τη χρήση της κλίμακας Κατάθλιψης του Κέντρου Επιδημιολογικών Μελετών (CES-D), καθώς έξι από τα είκοσι λήμματα ασχολούνται με την αρνητική διάθεση και άλλα τέσσερα με την έλλειψη θετικής διάθεσης.

Η ανηδονία είναι αναμφισβήτητα το πιο ειδικό χαρακτηριστικό της κατάθλιψης, υποστηρίζει.

Ο Koen Demyttenaere και οι συνάδελφοί του έχουν αναπτύξει την Κλίμακα Συναισθήματος και Ευχαρίστησης του Leuven (Leuven Affect and Pleasure Scale - LAPS), με στόχο την εμπεριστατωμένη εκτίμηση του θετικού συναισθήματος και της ανηδονίας και επιπλέον την  πιο επαρκή αξιολόγηση του πως πραγματικά αισθάνεται ο ασθενής.

Ποικιλομορφία σε συμπτώματα, προσδοκίες και πεποιθήσεις

Σήμερα, διαπιστώνεται επομένως ότι υπάρχει μια ποικιλομορφία στα καταθλιπτικά συμπτώματα των ασθενών, αλλά και στις κλίμακες που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία. Φαίνεται ότι καλλιεργούνται επίσης διαφορετικές προσδοκίες∙ μεταξύ των ίδιων των ασθενών και μεταξύ ασθενών και κλινικών ιατρών. Αυτό είναι ωστόσο πολύ σημαντικό, καθώς επηρεάζει το αποτέλεσμα.

Προτεραιότητες για τους ασθενείς είναι να ζουν  μια ζωή που έχει  νόημα, να απολαμβάνουν την καθημερινότητα, και να αισθάνονται ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους. Για τους ιατρούς, προτεραιότητες είναι η μείωση των αρνητικών συναισθημάτων, η μείωση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων και της ανηδονίας, η επαρκής κοινωνική ζωή και η διασκέδαση.

Όσο μεγαλύτερη είναι η απόκλιση των προτεραιοτήτων μεταξύ ασθενούς και ιατρού κατά την έναρξη της θεραπείας, τόσο χειρότερη είναι η έκβαση σε έξι μήνες.

Προσαρμόζοντας τη θεραπεία

Οι ασθενείς, είναι περισσότερο πιθανό να αντιληφθούν τη βελτίωση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων με φαρμακευτική αγωγή, αν πιστεύουν ότι η κατάστασή τους επηρεάζεται λιγότερο από κοινωνικούς παράγοντες, ότι ο ιατρός έχει κατανοήσει καλύτερα το πρόβλημά τους και αν η επίσκεψή τους διήρκεσε περισσότερο.

Οι διαφορές στις πεποιθήσεις σχετικά με τα αίτια της κατάθλιψης και τη σχέση ιατρού-ασθενούς επιδρούν στο θεραπευτικό αποτέλεσμα.

Το αποτέλεσμα επηρεάζεται επίσης από τις δημογραφικές διαφορές. Συχνά λέγεται ότι η κατά 47% απάντηση στην θεραπεία πρώτης γραμμής στη μελέτη STAR*D είναι απογοητευτική, όμως σε ορισμένες δημογραφικές ομάδες, το ποσοστό αυτό ήταν σημαντικά καλύτερο. Για παράδειγμα, το 63% ομάδας ασθενών με 14 ή περισσότερα έτη εκπαίδευσης, χωρίς ιστορικό τραυματισμού ή δυσάρεστου γεγονότος και που ήταν γυναίκες, απάντησε στη θεραπεία.

Η ύφεση των συμπτωμάτων δεν αρκεί

Αυτό το θέμα το διαπραγματεύτηκε ο Malcolm Hopwood (Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, Αυστραλία), ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η αποκατάσταση της λειτουργικότητας είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της ύφεσης, αλλά ο οποίος επίσης αμφισβήτησε το κατά πόσο η άποψη του ιατρού για την ύφεση ήταν ευθυγραμμισμένη με αυτή των ασθενών.

Οι αλλαγές στο αρνητικό συναίσθημα την πρώτη εβδομάδα προβλέπουν λιγότερο ισχυρά την ύφεση την έκτη εβδομάδα σε σύγκριση με τις αλλαγές στη θετική διάθεση. Εάν ρωτούσαμε για το θετικό συναίσθημα προσεκτικότερα και με μεγαλύτερο ενδιαφέρον, θα μπορούσαμε να είμαστε σε θέση να προσαρμόσουμε αποτελεσματικότερα τη θεραπεία στον κάθε ασθενή ανάλογα με την  παρουσία ή απουσία πρώιμης απόκρισης, πρότεινε.

Ο καθηγητής Hopwood και οι συνάδελφοί του έχουν αναπτύξει τον δείκτη CHEER - ένα εργαλείο για τους ιατρούς πρωτοβάθμιας περίθαλψης που χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό της συναισθηματικής επιπέδωσης σε ασθενείς με κατάθλιψη. Το εργαλείο αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει το λιγότερο ως ερέθισμα για να ξεκινήσει μια συζήτηση σχετικά με το τι εκτιμούν περισσότερο οι ασθενείς ως θετικό αποτέλεσμα της θεραπείας τους.

Έχουμε ένα σημαντικό ρόλο στο να βοηθήσουμε τον ασθενή να αποκτήσει μια ζωή με νόημα, όποια και αν είναι η θεραπεία.

Η άποψή του είναι ότι η συμπτωματική ύφεση δεν αρκεί. Οι ασθενείς εκτιμούν περισσότερο  τα λειτουργικά οφέλη, όπως η δυνατότητα επιστροφής στην εργασία.

Στη συζήτηση στρογγυλής τράπεζας για τον ρόλο της ψυχοθεραπείας, ο καθηγητής Hopwood ρωτήθηκε για την επιδίωξη των ασθενών για μια ουσιαστική ζωή με νόημα. Έχουμε ένα σημαντικό ρόλο βοηθώντας τους ασθενείς να το επιτύχουν αυτό, ανεξάρτητα από τη θεραπευτική οδό, ισχυρίστηκε. Και ο Stephen Stahl (Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, Σαν Ντιέγκο, ΗΠΑ), ο οποίος προέδρευσε στη στρογγυλή τράπεζα, πρόσθεσε ότι η μη ύπαρξη κατάθλιψης μπορεί να είναι απαραίτητη για την ύπαρξη μιας ζωής με νόημα, αλλά δεν αρκεί από μόνη της.

Our correspondent’s highlights from the symposium are meant as a fair representation of the scientific content presented. The views and opinions expressed on this page do not necessarily reflect those of Lundbeck.